βλέπεις με το τοπάζι και με το ζαφείρι,
πότε τα γόνατά μου παίρνεις για κρεββάτι,
πότε ολόρθη αγναντεύεις απ’ το παραθύρι,
σάμπως μ’ έγνοια ανθρωπιάς , του δρόμου το διαβάτη.
Στα νύχια σου είναι ο νους, καρδιά σου το λιοπύρι,
γεννοβόλι , φαγί, και ώ χάιδεμα, ώ ραχάτι!
-Ασπρούλα , αργά ή γοργά ο καθένας μας θα γείρη,
θέλει δε θέλει, τη δαρμένη του την πλάτη,
κ’ εσύ στα σκύβαλα κ’ εγώ στο κοιμητήρι,
κι απ’ της ζωής το σιχαμένο πανηγύρι
μήτε, σ’ εμέ, σ’ εσέ , που θ’ απομείνη κάτι
No comments:
Post a Comment