Huile sur toile, Galerie Vallotton, Lausanne |
Sunday, October 30, 2011
Femme offrant du lait au chat | Félix Vallotton,1919
Abraham Lincoln
"No matter how much cats fight, there always seems to be plenty of kittens."
Femme au Chat | Joan Miro,1959
Κωστής Παλαμάς | Ασπρούλα
βλέπεις με το τοπάζι και με το ζαφείρι,
πότε τα γόνατά μου παίρνεις για κρεββάτι,
πότε ολόρθη αγναντεύεις απ’ το παραθύρι,
σάμπως μ’ έγνοια ανθρωπιάς , του δρόμου το διαβάτη.
Στα νύχια σου είναι ο νους, καρδιά σου το λιοπύρι,
γεννοβόλι , φαγί, και ώ χάιδεμα, ώ ραχάτι!
-Ασπρούλα , αργά ή γοργά ο καθένας μας θα γείρη,
θέλει δε θέλει, τη δαρμένη του την πλάτη,
κ’ εσύ στα σκύβαλα κ’ εγώ στο κοιμητήρι,
κι απ’ της ζωής το σιχαμένο πανηγύρι
μήτε, σ’ εμέ, σ’ εσέ , που θ’ απομείνη κάτι
Friday, October 28, 2011
Martha Curtis
"Cats come and go without ever leaving."
Tuesday, October 25, 2011
Not A Schrödinger Cat | Hirsch Perlman
Schrödinger Cat | Hirsch Perlman
Italian superstition
"A cat sneezing is a good omen for everyone who hears it."
Sunday, October 23, 2011
The New Yorker | Nov.18, 1996
Albert Schweitzer
"There are two means of refuge from the miseries of life: music and cats."
Saturday, October 22, 2011
Tuesday, October 18, 2011
Monday, October 17, 2011
Sunday, October 16, 2011
Thursday, October 13, 2011
Stan Laurel and Oliver Hardy with cat
Monday, October 10, 2011
Βασίλης Βασιλικός | Οι γάτες της Rue d΄Ηauteville
"Αυτήν τη βδομάδα έχω δουλειές. Το αμπαλάρισμα είναι το Σάββατο. Μια αγωνία µε κατέχει αόριστη. Ο Βαλέριο (ο γάτος) στενάζει, όπως στέναζε και πριν από την επέμβαση. Είναι ένα παράπονο μοναχικού άντρα. Όπως το λέει κι ο Ελύτης στον «Αγράμματο και την Ωραία», σκόρπισε σπέρμα κι έσπειρε άστρα. Κάπως έτσι κι ο Βαλέριο, κοιτώντας τα άστρα, αναπολεί το σπέρμα του. Όχι, πρέπει να συνεχίσω την καταβύθιση. Νομίζω πως βρήκα μιαν άκρη, με τις στενωπούς που οδηγούν στη θάλασσα. Κάπου εκεί θα πρέπει να κρύβεται και το μυστικό μου. Στη θάλασσα τη βαθιά, την απέραντη, στη θάλασσα την πλατιά, τη μεγάλη."
Sunday, October 9, 2011
Ανδρέας Εμπειρίκος | Ενόρασις των πρωινών ωρών
Κόκκινοι κέλητες και άσπροι πώλοι
θεραπαινίδες κτενίζουν τις Μακριές χαίτες
Γέλια αντηχούν πίσω από τα δέντρα
Ψίθυροι συστέλλονται κ α ι διαστέλλονται
Όρθιος ένας ιππεύς αγάλλεται στα χάδια που βαθμηδόν
συγκλίνουν
Προς την φλύαρη μήτρα των ιωβηΛΑΙΩΝ
Απεριφράστως ο Ιωβ εγκαταλείπει την παλαιά του θέσι
Κολυμπά μεσα στα νερά δεξαμενής γεμάτης
Και βλέπει με κατάπληξι πως κολυμπά με άνεσι
Πλησιάζει μια νεάνιδα με στήθη σΦύΖοντα
50 χρόνια τόθελε μα δεν τολμούσε
50 χρόνια έβλεπε στον ύπνο του τα άλογα των σΕΡΑΦΕΙΜ
Τρέχαν σε κάμπον χλοερόν όπου Κ ε λ ά ρ υ ζ ε ένα ρυάκι
Μπροστά στον κτίστη του ουρανού με τα μεγάλα μάτια
Ο Κτίστης στερεώνει δυο καπόνια στο δώμα ενός μεγάλου κτίσματος
Εν συνεχεία αντλεί με το ένα χέρι δροσερό νερό και με το
άλλο του χέρι αίμα
Οχι των αφαιμάξεων μα αίμα προσφοράς στους ζώντας
Αίμα χαρμόσυνον όχι παρμένο μα δοσμένο
Κάτω στον δρόμο μια βάρκα περιμένει να την υΨώση ο κτίστης
ως το δώμα
Ήρθε ο καιρός της απολυτρώσεως των κοριτσιών και των εφήβων
Ο κτίστης γ υ ρ ί ζ ε ι τα βαρούλκα
Ανέρχονται όλοι με την βάρκα
Στα δώματα ανθούνε μυγδαλιές
Η βάρκα προσεγγίζει
Οι βαρκάρηδες είναι οι πατέρες των παιδιών που ανέρχονται
Κάτω από μιαν κερασιά ένας τυφλός ποιητής υμνεί τον Ίμερο
Για πρώτη φορά σε αυτόν τον τόπο τον ονομάζουν Έρωτα
Ενα σουραύλι αντηχεί κοντά του
κανείς δεν βλέπει ποιός το παίζει
Άνεμος είναι μέσα στα σύννεφα και τα σκορπίζει
Φυσάει και σπρώχνει τα πανιά της βάρκας που ανέρχεται
Οι μακαράδες τρίζουν
Αναφωνούν στη βάρκα τα κορίτσια και ηδονίζονταΙ
Το δώμα υψώνεται 5 – 6 μέτρα
Ώστε να ΔΙΑΡΚΕΣΗ πιο πολύ Ο γλυκασμός
Η αγαλλίασις των νεαρών πλασμάτων που Εξογκώνεται
Η βάρκα ανέρχεται ο λ ο ν έ ν
Σαν ένα ξεχείλισμα τώρα στο δώμα φτάνει
Ενώ στην πλώρη της με μανιώδη επιμονήν
Πλένει το πρόσωπό της μια γάτα.
Saturday, October 8, 2011
Μίλτος Σαχτούρης | Ο περίπατος
Βάδιζα κατά μήκος της ακτής
μια βαριά συννεφιά σκέπαζε τον ουρανό
τα κύματα γκρίζα κι ανατριχιαστικά
κύματα γκρίζα σκάζαν στην παραλία
μια δύναμη μ᾿ έσπρωχνε να κάνω στροφή
ν᾿ αρχίσω να περπατάω πάνω στα κύματα
μαύρες γάτες περπατούσαν πάνω στα γκρίζα
κύματα
και η ψυχή μου ήταν νεκρή.
Όμως ξαφνικά ένας ήλιος έσκισε τα
σύννεφα.
η θάλασσα έγινε πάλι γαλάζια
ζωντάνεψε πάλι η ψυχή μου
κι εξακολούθησα τον περίπατό μου.
Friday, October 7, 2011
Thursday, October 6, 2011
Νίκος Δήμου | Εθνική Οδός
στη μέση του δρόμου.
Γύρω φορτηγά, λεωφορεία.
Και δεν ακούς τίποτα
τίποτα
παρά την ανάσα της, που λείπει.
Frans Snyders | Hungry Cat with Still Life
Paul Gauguin | Mimi and Her Cat
Indian Saying
"A cat is a lion in a jungle of small bushes."
Wednesday, October 5, 2011
Tuesday, October 4, 2011
Sunday, October 2, 2011
Μίλτος Σαχτούρης | Θα φύγουνε
Μιά μέρα θα φύγω και εγώ
όπως έφυγε ο Ντύλαν Τόμας
όπως τα μανιτάρια απο το
πίατο του παπά
όπως οι φώκιες της Αλόνησου
όπως το περιστέρι του ψαρά
η μαύρη γαρίδα από την
μαύρη Θάλασσα
όπως η γάτα του λωτοφάγου
οι κάτοικοι του βυσσινόκηπου
από το κτήμα τους το αγαπημένο.
Όλα φεύγουν, όλα φεύγουν
που να πάρει ο διάβολος!
όπως έφυγε ο Ντύλαν Τόμας
όπως τα μανιτάρια απο το
πίατο του παπά
όπως οι φώκιες της Αλόνησου
όπως το περιστέρι του ψαρά
η μαύρη γαρίδα από την
μαύρη Θάλασσα
όπως η γάτα του λωτοφάγου
οι κάτοικοι του βυσσινόκηπου
από το κτήμα τους το αγαπημένο.
Όλα φεύγουν, όλα φεύγουν
που να πάρει ο διάβολος!
Μίλτος Σαχτούρης | Συμπέρασμα
Ἡ γάτα ἦρθε σὰ φωνὴ ἀπὸ ἕναν ὁρίζοντα φοβισμένο
ἔβρεχε καὶ πρησμένα ὄνειρα βογγοῦσαν ὀληνύχτα
τὸ πρωὶ ὁ ἄνθρωπος πλύθηκε καὶ ξυρίστηκε
ὅπως πάντα
καὶ γύρω του χτυποῦσαν τὰ σφυριὰ ὅπως πάντα
στὸ δρόμο καθὼς ἔβγαινε ἀπάντησε μίαν ἁγία
ντυμένη στὰ βυσσινιὰ
εἶχε πεθάνει πάνω στὸν τροχὸ πρὶν ἀπὸ
ἑκατοντάδες χρόνια
ὁ γαλατᾶς τὸν εἶδε καὶ τὸν χαιρέτησε
ἔπειτα τὸν χαιρέτησε ὁ ταχυδρόμος
κι ὕστερα τί ν᾿ ἀπόγινε αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος
τὰ ροῦχα του κυκλοφόρησαν σ᾿ ἐφημερίδες
τὸ ἕνα του μάτι τὸ κρατοῦσε κι ἔπαιζε
ἕνα μικρὸ κορίτσι
μαῦρα αὐτοκίνητα μεταφέραν τὰ κομμένα
μέλη του
καὶ ἡ καρδιά του ἀερόστατο γελοῦσε στὸ κενό
Saturday, October 1, 2011
© Anka Zhuravleva
Thanx to Georgia Panakia |
Theophile Gautier
"Cats are the tigers of us poor devils."
Subscribe to:
Posts (Atom)